ἀρχαιότης

ἀρχαιότης
ἀρχαιότης, ητος, ,
A antiquity, old-fashionedness, Pl.Lg.657b, D.H. Pomp.2; simplicity, Alciphr.3.64; pristine state,

ἀποκαταστῆσαι εἰς τὴν ἀ. τῆς αὐτονομίας SIG814.42

([place name] Nero); ancient history, J.Ap.1.1, al.; antiquity, ancient times, D.Chr.31.94.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀρχαιότης — antiquity fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχαιότητα — ἀρχαιότης antiquity fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχαιότητας — ἀρχαιότης antiquity fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχαιότητι — ἀρχαιότης antiquity fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀρχαιότητος — ἀρχαιότης antiquity fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρχαιότητα — η (Α ἀρχαιότης, [ ότητος]) [αρχαίος] νεοελλ. 1. οι αρχαίοι χρόνοι και κυρίως οι κλασικοί 2. η προτεραιότητα σε διορισμό ή προαγωγή υπαλλήλων 3. πληθ. τα μνημεία της τέχνης του αρχαίου πολιτισμού αρχ. 1. ο αρχαιοπρεπής τρόπος ή χαρακτήρας 2. η… …   Dictionary of Greek

  • ՅԱՌԱՋԱԳՈՅՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 2 0333 Chronological Sequence: Unknown date գ. ἁρχαιότης antiquitas. Յառաջնմէ գոլն. նախագոյութիւն. նախնութիւն. *Իւր իսկ Քրիստոսի զիւրոյն էութեան աներեւոյթ յառաջագոյութիւն՝ հրէիցն նշանակելով. Պրպմ. ՟Լ՟Է …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ՍԿԶԲՆԱԳՈՒՆՈՒԹԻՒՆ — ( ) NBH 2 0719 Chronological Sequence: Unknown date գ. ἁρχαιότης antiquitas, vetustas, praeexistentia. Նախկնութիւն. հնութիւն. յառաջագոյութիւն. *Ըստ մեզ մարդ երեւէր, եւ ʼի վեր քան զմարդ սկզբնագունութեան իւրոյ երիցագունութեան վկայէր՝ ասելով որպէս… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”